1 / 85

Διάλεξη 3

Διάλεξη 3. Target 2: Οι χρηματοδοτήσεις των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών στην Ευρωζώνη Η μεγέθυνση πριν την κρίση στην Ελληνική οικονομία Το ερωτηματικό της ανάπτυξης Special case : Το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας: Εξετάζοντας τα δεδομένα για τις χώρες της Ευρωζώνης.

prentice
Télécharger la présentation

Διάλεξη 3

An Image/Link below is provided (as is) to download presentation Download Policy: Content on the Website is provided to you AS IS for your information and personal use and may not be sold / licensed / shared on other websites without getting consent from its author. Content is provided to you AS IS for your information and personal use only. Download presentation by click this link. While downloading, if for some reason you are not able to download a presentation, the publisher may have deleted the file from their server. During download, if you can't get a presentation, the file might be deleted by the publisher.

E N D

Presentation Transcript


  1. Διάλεξη 3 • Target2: Οι χρηματοδοτήσεις των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών στην Ευρωζώνη • Η μεγέθυνση πριν την κρίση στην Ελληνική οικονομία • Το ερωτηματικό της ανάπτυξης Special case: Το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας: Εξετάζοντας τα δεδομένα για τις χώρες της Ευρωζώνης

  2. 1) Target2: Οι χρηματοδοτήσεις των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών στην Ευρωζώνη

  3. Σύστημα TARGET2 • Το σύστημα TARGET2(Trans-European Automated Real-time GrossSettlement Express Transfer System) αποτελεί ένα διευρωπαϊκό σύστημα μεγάλων πληρωμών. • Είναι ένα σύστημα καταγραφής, εκκαθάρισης και διακανονισμού που χρησιμοποιείται από δημόσιους και ιδιώτες συμμετέχοντες στην αγορά και λειτουργεί από την ΕΚΤ. • Άρχισε να λειτουργεί το 1999 και από την έναρξή του είχαν τη δυνατότητα να συνδεθούν και τα συστήματα πληρωμών των χωρών της Ε.Ε. που δεν είχαν υιοθετήσει το ευρώ. • Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα συμμετείχε στο TARGET από την έναρξη λειτουργίας του με το σύστημα πληρωμών ΕΡΜΗΣ.

  4. Σύστημα TARGET2 • H ανάπτυξη του TARGET2 οφείλεται στις απαιτήσεις που δημιουργήθηκαν τόσο από τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και τις τεχνολογικές εξελίξεις όσο και από τις αγορές, για ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων και εναρμονισμένες υπηρεσίες πληρωμών σε όλη την Ευρώπη. • Με το TARGET2, το Ευρωσύστημα προσφέρει υπηρεσίες με ενιαία τιμολόγηση των πληρωμών τόσο εντός όσο και μεταξύ των κρατών-μελών που συμμετέχουν σε αυτό, με γνώμονα την ανάκτηση του κόστους. • Οι Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες χωρών της Ευρωζώνης, μπορούν να δανειστούν από ή να δανείσουν άλλες αντίστοιχες τράπεζες μέσω του TARGET2.

  5. Σύστημα TARGET2 • Το TARGET2 προσφέρει μεγάλο εύρος υπηρεσιών για να καλύψει τις απαιτήσεις όλων των χρηστών (ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα, Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών και ΕΚΤ). • Η ενιαία πλατφόρμα του TARGET2 υποστηρίζει την ομογενοποίηση των εργασιών των τραπεζών, η οποία συμβάλλει στην ομαλή και αποτελεσματική επεξεργασία των πληρωμών. • Επιπλέον, διαθέτει προηγμένα μέσα διαχείρισης της ρευστότητας καθώς και εναρμονισμένες διαδικασίες για το διακανονισμό των επικουρικών συστημάτων, δηλαδή των συμψηφιστικών συστημάτων και των συστημάτων διακανονισμού χρεογράφων. • Το TARGET2 προσφέρει, επίσης, το υψηλότερο δυνατό επίπεδο αξιοπιστίας, καθώς και προηγμένους μηχανισμούς για τη συνέχιση των εργασιών.

  6. Σύστημα TARGET2 • Τα μεγέθη των καθαρών απαιτήσεων και υποχρεώσεων Κεντρικών Τραπεζών μέσω του TARGET2, ήταν χαρακτηριστικά μικρά για την περίοδο μέχρι την υιοθέτηση του ευρώ. • Τα τελευταία χρόνια οι καθαρές υποχρεώσεις των Κεντρικών Τραπεζών της Ιρλανδίας, Πορτογαλίας, Ισπανίας και Ελλάδας (GIIPS χώρες) έχουν αυξηθεί σημαντικά και ισοσκλείζονται από τις αυξημένες απαιτήσεις της Bundesbank (Γερμανική Κεντρική Τράπεζα). • Η λειτουργία του TARGET2 κρίνεται ως ιδιαίτερα επιτυχής. • Για το 2009, o όγκος και η αξία των πληρωμών που διακανονίστηκαν στο σύστημα TARGET2-GR ήταν, σε ημερήσια βάση 5.692 εντολές αξίας €29,15 δις. ενώ για το 2010 ήταν σε ημερήσια βάση 5.904 εντολές αξίας €27,83 δις. H διαθεσιμότητα του συστήματος κινείται σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενώ το σύστημα ανταποκρίνεται ικανοποιητικά και τις ημέρες κατά τις οποίες παρουσιάζεται αυξημένος όγκος συναλλαγών.

  7. Σύστημα TARGET2

  8. TARGET2 σε μια απλοποιημένη Ευρωζώνη • Υποθέτουμε μια απλοποιημένη Ευρωζώνη που αποτελείται μόνο από δύο χώρες (Γερμανία και Ιρλανδία) και δεν πραγματοποιούνται χρηματοοικονομικές συναλλαγές με τον υπόλοιπο κόσμο. • Σε κάθε χώρα υπάρχουν τρεις τομείς: • Η Εθνική Κεντρική Τράπεζα. • Ο τραπεζικός τομέας. • Η υπόλοιπη οικονομία. • Επιπλέον υπάρχει το TARGET2, μια μορφή δηλαδή της ΕΚΤ που το μόνο που κάνει είναι να δανείζει ή να δανείζεται από τις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες. Δεν κόβει χρήμα και οι μόνες απαιτήσεις και υποχρεώσεις του είναι οι ακαθάριστες από τις Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες. • Di,j: Ακαθάριστο Χρέος του τομέα i στον τομέα j • M: Νομισματική Βάση • W: Καθαρή Αξία (απαιτήσεις – υποχρεώσεις)

  9. TARGET2 σε μια απλοποιημένη Ευρωζώνη

  10. Έχει φτάσει η Bundesbank σε οριακό σημείο? Tornel A., Westermann F. (6/12/2011) Eurozone Crisis, Act Two: Has the Bundesbank reached its limit? • Υποστηρίζουν ότι σύντομα θα εξαντληθούν τα αποθέματα χρεογράφων και περιουσιακών στοιχείων της Bundesbank,τα οποία μπορεί να πουλήσει ώστε να αντλήσει ρευστότητα και να εξακολουθεί να δανειοδοτεί το Ευρωσύστημα. • Προτείνουν ότι σε ένα τέτοιο οριακό σημείο η Bundesbank θα πρέπει να πουλήσει τα αποθέματα χρυσού που διακρατά ή να αυξήσει της καταθέσεις της από τον ιδιωτικό τομέα. • Ωστόσο, μια τέτοια πολιτική θα προσέκρουε σε ασφυκτικές πιέσεις από τη Γερμανική κοινή γνώμη. • Έτσι, διαφαίνεται ότι η κρίση της Ευρωζώνης διέρχεται σε μια δεύτερη φάση όπου απαιτούνται νέες πολιτικές για να αποφευχθούν αναταραχές στις αγορές.

  11. Έχει φτάσει η Bundesbank σε οριακό σημείο?

  12. Έχει φτάσει η Bundesbank σε οριακό σημείο?

  13. Η Bundesbank δεν έχει φτάσει σε οριακό σημείο Whelan K. (12/12/2011) No, the Bundesbank has not reached its limit. Υποστηρίζει ότι: • Η Bundesbank δε δανείζει χρήματα στις Κεντρικές Τράπεζες των GIIPS χωρών. • Η Bundesbank δεν πουλάει περιουσιακά της στοιχεία για να αντλήσει ρευστότητα. • Αφού δεν υπάρχουν τέτοια δάνεια, δεν υπάρχει λόγος πώλησης περιουσιακών στοιχείων από τη Bundesbank. • Το Ευρωσύστημα μπορεί να αυξήσει το δανεισμό προς τις εμπορικές τράπεζες των GIIPS χωρών, ακόμη και αν η Bundesbank δε δανειοδοτήσει τις Γερμανικές τράπεζες. • Συνεπώς, η κρίση που περιγράφουν οι Tornel και Westermann, είναι μια κρίση που δε θα συμβεί.

  14. 2) Η μεγέθυνση πριν την κρίση στην Ελληνική οικονομία

  15. Η μεγέθυνση στην Ελληνική οικονομία Tην τελευταία δεκαετία η Ελληνική οικονομία μεγεθύνθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 3,8% • ο ρυθμός αυτός είναι σχεδόν διπλάσιος από το μέσο όρο της Ε.Ε.και πολύ πάνω από τις Μεσογειακές και Σκανδιναβικές χώρες, • είναι όμως χαμηλότερος από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία καθώς οι χώρες αυτές ξεκίνησαν τη διαδικασία σύγκλισης με την υπόλοιπη Ευρώπη πολύ αργότερα. Η μεγέθυνση της Ελληνικής οικονομίας στηρίχθηκε κυρίως στους λεγόμενους παραδοσιακούς κλάδους της οικονομίας αφού: • το μεγαλύτερο τμήμα του ακαθάριστου αποθέματος παγίου κεφαλαίου στην Ελληνική οικονομία διαμορφώθηκε στον τομέα των κατασκευών, μη συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής οικιών (κατά μ.ο. 82% επί του συνόλου) και σε εξοπλισμό που δεν ενσωματώνει υψηλή τεχνολογία (κατά μ.ο. 10% επί του συνόλου).

  16. Η μεγέθυνση στην Ελληνική οικονομία • Ο ακαθάριστος σχηματισμός του παγίου κεφαλαίου, ως ποσοστό του ΑΕΠ, είναι υψηλότερος από αυτόν των Σκανδιναβικών χωρών, βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με τις Βαλκανικές χώρες και λίγο χαμηλότερα από το μέσο όρο των Μεσογειακών χωρών. • Το ποσοστό ανεργίας φθίνει διαχρονικά για την Ελλάδα αλλά γενικά είναι υψηλότερο σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες (για την περίοδο 1999-2007, είναι 10,13% έναντι 8,30% για την ΕΕ-27). • Το ποσοστό της μακροχρόνιας ανεργίας (περίοδος μεγαλύτερη από 12 μήνες) άγγιξε το 2007 το 4,1%. Αντίθετα, το ποσοστό απασχόλησης των ανδρών (ηλικίας 25-54) ξεπερνά τον κοινοτικό μέσο όρο. • Συνεπώς, υπάρχει μια ανενεργή παραγωγική «δεξαμενή» εργασίας.

  17. Η μεγέθυνση στην Ελληνική οικονομία Τα ποσοστά απασχόλησης για το 2007 στην Ελλάδα κατανέμονται ως εξής: • 22,9% των ανέργων είναι νέοι κάτω των 25 ετών, • 12,8% των ανέργων είναι γυναίκες, και • οι εργαζόμενοι ηλικίας 55-64 ετών, οι οποίοι συνδέονται άμεσα με τη συνταξιοδοτική έξοδο. Η Ελλάδα κατατάσσεται στην πρώτη θέση μεταξύ των Μεσογειακών χωρών στη διαθεσιμότητα του ανθρωπίνου κεφαλαίου, αλλά όχι και μεταξύ των χωρών της Βόρειας Ευρώπης (2007). Σχετικά με τις ώρες εργασίας, για την περίοδο 1999-2007, οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα απασχολήθηκαν περισσότερες ώρες (1.889 ώρες) συγκριτικά με τους εργαζομένους των υπολοίπων χωρών, με εξαίρεση τη Ρουμανία. • Παρατηρείται λοιπόν ισορροπία στην αγορά εργασίας με σχετικά χαμηλή αλλά εντατικότερη απασχόληση.

  18. Η χρηματοδότηση της μεγέθυνσης και του πλούτου • Όσον αφορά τις αποταμιεύσεις, η Ελλάδα επιδεικνύει κατά μέσο όρο τα χαμηλότερα ποσοστά συγκριτικά με τις εξεταζόμενες χώρες, για την περίοδο 1999-2007. Πιθανοί λόγοι είναι: • τα βασικά χαρακτηριστικά ανθρώπινων στάσεων απέναντι στην αποταμίευση, • το μεγάλο μέρος του ΑΕΠ που αντιστοιχεί σε κέρδη επιχειρήσεων, • οι χαμηλές αποδόσεις της αποταμίευσης (διαφορά επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων), και • η αύξηση της κατανάλωσης. • Σχετικά με το δανεισμό, για την περίοδο 1999-2007, η Ελλάδα δανείστηκε ένα σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ για να καλύψει τις χρηματοδοτικές της ανάγκες, όπως φαίνεται από τη χαμηλή ροπή προς αποταμίευση. Μόνο η Βουλγαρία σημείωσε υψηλότερα επίπεδα δανεισμού από την Ελλάδα (για την περίοδο 2005-2007).

  19. Η χρηματοδότηση της μεγέθυνσης και του πλούτου

  20. Η χρηματοδότηση της μεγέθυνσης και του πλούτου • Το έλλειμμα, παρότι μέχρι το 2007 στην Ελλάδα παρουσιάζει φθίνουσα πορεία, είναι αρκετά υψηλό • με αποτέλεσμα την περαιτέρω διόγκωση του δημόσιου χρέους. • Στην Ελληνική οικονομία, ακολουθείτο μονίμως μία «κεϋνσιανού τύπου» δημοσιονομική πολιτική. Οι σχετικά αδύναμες παραγωγικές δυνατότητες της Ελληνικής οικονομίας και τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του ενεργού πληθυσμού που διαθέτει έχουν ωθήσει την οικονομική πολιτική να συντηρεί υψηλά μεγέθη δημοσιονομικού ελλείμματος σε μία συνεχή «επεκτατική παρέμβαση», με στόχο τη διατήρηση υψηλών επιπέδων απασχόλησης. Αυτό έχει διασταλτικές επιπτώσεις στο ισοζύγιο πληρωμών και εξαντλεί τις δυνατότητες επίκλησης επεκτατικής πολιτικής όταν απαιτείται (οικονομική κρίση 2008 - 2009).

  21. Η χρηματοδότηση της μεγέθυνσης και του πλούτου • Ο κατά κεφαλήν καθαρός πλούτος στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ έχει υπερβεί το μέσο όρο της Ευρωζώνης από το 2002, και έχει προσεγγίσει το αντίστοιχο μέγεθος για τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης και τις Ιταλία και Ισπανία. • Το μεγαλύτερο μέρος του δημιουργούμενου πλούτου συσσωρεύεται υπό μορφή ακίνητης περιουσίας. Εξαιρώντας τις επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο, η συμβολή των ακινήτων στον πλούτο των Ελληνικών νοικοκυριών κυμαίνεται μεταξύ 80% και 90%, όταν στην Ευρωζώνη είναι μεταξύ 40% και 50% και στις ΗΠΑ 25% έως 30%. • Ο βαθμός επιβάρυνσης των Ελληνικών νοικοκυριών ως προς το ΑΕΠ, συγκριτικά με αυτά των Μεσογειακών και Βορειοευρωπαϊκών χωρών, αναδεικνύει τη ραγδαία αύξηση του δανεισμού των Ελληνικών νοικοκυριών .

  22. Η παραγωγή και το εισόδημαΑκαθάριστη αξία σε αγοραίες τιμές (ποσοστό του συνόλου)

  23. Οι καταναλωτικές δαπάνες (% του ΑΕΠ)

  24. Εισαγωγές, εξαγωγές και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών • Η Ελληνική οικονομία παρουσιάζει χαμηλή εξαγωγική δραστηριότητα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες (γύρω στο 21% του ΑΕΠ). • Εξάγει κυρίως υπηρεσίες, τρόφιμα, προϊόντα πετρελαίου, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, χημικά, μηχανές και συσκευές. • Οι μεγαλύτεροι εισαγωγείς των Ελληνικών προϊόντων είναι οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (γύρω στο 70%) του συνόλου των Ελληνικών εξαγωγών για την περίοδο 1998-2001 και ειδικότερα η Γερμανία και η Ιταλία. • Η Ελλάδα εισάγει γύρω στο 35% του ΑΕΠ, κυρίως από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (γύρω στο 80% του συνόλου για την περίοδο 1998-2001), με τη Γερμανία και την Ιταλία να έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο. • Εισάγει κυρίως οχήματα, μηχανές, τρόφιμα, χημικά και πλαστικά, πετρελαιοειδή, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, ενδύματα και μέταλλα.

  25. Εισαγωγές, εξαγωγές και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών • Το μεγάλο μέγεθος των εισαγωγών σε σχέση με τις περιορισμένες εξαγωγές • έχουν οδηγήσει την Ελλάδα σε ένα πολύ μεγάλο έλλειμμα (12,3%), αντίστοιχο με αυτό της Ρουμανίας και πολύ μεγαλύτερο από αυτό των Μεσογειακών χωρών. Οι Βορειοευρωπαϊκές χώρες από την άλλη επιδεικνύουν σταθερά ένα υψηλό πλεόνασμα στο ισοζύγιο πληρωμών τους. • Η Ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαπενταετία παρουσιάζει εσωτερικές και εξωτερικές ανισορροπίες. • Το εξωτερικό ισοζύγιο πληρωμών έχει διευρυνθεί και αυτό συνδέεται με τη διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του ελλείμματος αποταμιεύσεων-επενδύσεων. • Το ισοζύγιο προϊόντων και υπηρεσιών παρουσιάζει συνεχή επιδείνωση όπως και το ισοζύγιο καθαρών επενδύσεων. • Το ισοζύγιο καθαρών μεταβιβάσεων στηρίζει τα δύο προηγούμενα μεγέθη κυρίως λόγω των μεταβιβάσεων από την Ε.Ε.

  26. Εισαγωγές, εξαγωγές και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών

  27. Ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα • Επιδείνωση ανταγωνιστικότητας • Βελτίωση παραγωγικότητας

  28. Ανταγωνιστικότητακαι παραγωγικότητα Η επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας και η βελτίωση της παραγωγικότητας πουπαρατηρείται στην Ελληνική οικονομία, συνδέονται με την αναπτυξιακή διαδικασίαπου έχει ακολουθήσει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Τα αίτια αυτής της“παραδοξότητας” είναι τα ακόλουθα: • Η μεγέθυνση της παραγωγικότητας διαφέρει μεταξύ τωνκλάδων ενώ οι αμοιβές δε διαφέρουν ιδιαίτερα. 2)Η ανάπτυξη ολιγοπωλιακών καταστάσεων και η ύπαρξη transferpricing. 3) Η ιδιότυπη οργάνωση της Ελληνικής παραγωγικής διάρθρωσης στηρίζεταιστις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

  29. Μεγέθυνση και ζήτηση στην Ελληνική οικονομία • Σε κάθε οικονομία διαμορφώνονταιδυνάμεις ζήτησης του παραγόμενου προϊόντος που είναι καθοριστικές για την εξέλιξήτου. • Η βασική προωθητική δύναμη ζήτησης στην Ελλάδα, άρα και διατήρησης των ρυθμών μεγέθυνσης, ήταν η εσωτερική και όχι η εξωτερική ζήτηση -που παίζει μικρό έως αρνητικό ρόλο. • Διαπιστώνεται ότι οι δυνάμεις προώθησης της μεγέθυνσης είχαν ενδογενή χαρακτήρα. Ο κυριότερος προωθητικός παράγοντας της εσωτερικής ζήτησης ήταν οι ακαθάριστες επενδύσεις, και μάλιστα οι ιδιωτικές. Σοβαρό σταθερό ρόλο έχει η ιδιωτική κατανάλωση. Το μοντέλο διαχείρισης της οικονομίας για όλη την περίοδο αυτή παραμένει σχεδόν σταθερό.

  30. Το μέγεθος της παραοικονομίας και οι επιπτώσεις της • Η παραοικονομία περιλαμβάνει την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, νόμιμη ή παράνομη, η οποία διαφεύγει του εντοπισμού και επομένως δεν υπολογίζεται στο επίσημο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν. • Χρησιμοποιώντας τη μέθοδο που στηρίζεται στον προσδιορισμό της συνάρτησης ζήτησης χρήματος για τη μέτρηση της παραοικονομίας, το μέγεθος της στην Ελλάδα για το 2008 ήταν ίσο με το 20,97% περίπου του ΑΕΠ. • Η Ελλάδα παρουσιάζει το μεγαλύτερο μέγεθος παραοικονομικής δραστηριότητας ανάμεσα στις υπό εξέταση χώρες. Διαχρονικά το μέγεθος αυτό αυξάνεται.

  31. Το μέγεθος της παραοικονομίας και οι επιπτώσεις της Η παραοικονομία επηρεάζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα διότι: • οι συναλλαγές στην παραοικονομία πραγματοποιούνται κυρίως σε μετρητά με αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης για χρηματικά διαθέσιμα και τη μείωση της ελαστικότητας της ζήτησης χρήματος ως προς το επιτόκιο. • Μια τέτοια εξέλιξη μειώνει την αποτελεσματικότητα της νομισματικής πολιτικής. • η αύξηση του μεγέθους της παράλληλης οικονομίας οδηγεί σε μια διεύρυνση της «παρά-αγοράς» χρήματος, στην οποία απαντώνται φαινόμενα όπως οι παράνομες πωλήσεις συναλλάγματος, η κυκλοφορία πλαστών χαρτονομισμάτων, το «σπάσιμο» μεταχρονολογημένων επιταγών, κτλ. Επιπλέον, συντηρεί και αναπαράγει την παρά-αγορά προϊόντων, αφού αυτοί που δραστηριοποιούνται στο χώρο της παραοικονομίας δύσκολα εξασφαλίσουν πόρους από το επίσημο πιστωτικό σύστημα.

  32. Το μέγεθος της παραοικονομίας και οι επιπτώσεις της Η μείωση των φορολογικών εσόδων που προκαλείται από την ύπαρξη παραοικονομίας: • περιορίζει τις δυνατότητες του κράτους να πραγματοποιήσει δημόσιες δαπάνες, • οδηγεί σε περαιτέρω αύξηση της παραοικονομίας μέσω μιας πολλαπλασιαστικής διαδικασίας. Η μείωση των εσόδων από φόρους λόγω της αύξησης της φοροδιαφυγής προκαλεί αύξηση του σχετικού φορολογικού βάρους της επίσημης οικονομίας, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η ροπή των ατόμων για φοροδιαφυγή. Ο φαύλος αυτός κύκλος καθιστά τα μέσα άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής αναποτελεσματικά. • Στην Ελλάδα το ύψος των διαφυγόντων φορολογικών εσόδων ανήλθε στο 4,9% του ΑΕΠ για το 2005 και στο 4,7% του ΑΕΠ για το 2008.

  33. Το μέγεθος της παραοικονομίας και οι επιπτώσεις της Η μεγέθυνση της παραοικονομίας στερεί τους πόρους που εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος: • η απώλεια στα έσοδα των ασφαλιστικών οργανισμών που προέρχεται από την εισφοροδιαφυγή περιορίζει τους διαθέσιμους πόρους για συντάξεις, • η καταβολή εισφορών πολύ μικρότερων από αυτές που αντιστοιχούν στις πραγματικές αποδοχές οδηγεί στην αδυναμία συγκέντρωσης του απαραίτητου αριθμού ενσήμων που εξασφαλίζει την παροχή μιας αξιοπρεπούς σύνταξης. Έτσι συντηρείται και επεκτείνεται ο φαύλος κύκλος της ανασφάλιστης εργασίας. • Το εγχώριο μέγεθος της εισφοροδιαφυγής ως ποσοστό του ΑΕΠ για το 2005 ήταν ίσο με 3%, ενώ το αντίστοιχο για το 2008 ήταν 2,8%.

  34. Το μέγεθος της παραοικονομίας και οι επιπτώσεις της • Η αύξηση του κόστους εργασίας και του φορολογικού βάρους και η ακαμψία του ρυθμιστικού πλαισίου πλήττουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, τόσο στη διεθνή όσο και στην εσωτερική αγορά. • Έτσι, οι επιχειρήσεις ωθούνται σε παραοικονομικές δραστηριότητες προκειμένου να αποφύγουν τα κρατικά εμπόδια και να αναπτύξουν κάποιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. • Σε μία ύφεση, έχει πολύ μεγάλη σημασία εάν η διακίνηση των κεφαλαίων γίνεται από μηχανισμό που στηρίζεται στις δημόσιες πληροφορίες ή σε μηχανισμούς που στηρίζονται σε ενδοεπιχειρηματικές (δανειστές – δανειζόμενοι) σχέσεις.

  35. Το μέγεθος της παραοικονομίας και οι επιπτώσεις της • Η παράλληλη χρηματοδοτική δραστηριότητα και η επίσημη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων για την περίοδο 2004-2008 αλληλοεπηρεάζονται, οι επιταγές και οι συναλλαγματικές αποτελούν υποκατάστατο των τραπεζικών δανείων (Petrakis και Eleftheriou ,2009). • Όταν τα επιτόκια μειώνονται στο επίσημο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ευνοείται ο πραγματικός και ο επίσημος τομέας της οικονομίας. • Όταν, όμως, το κόστος χρήματος αυξάνεται υπό συνθήκες κρίσης, εξαιτίας χαμηλής διατραπεζικής εμπιστοσύνης και χαμηλής εμπιστοσύνης μεταξύ τραπεζικού συστήματος και επιχειρήσεων, • ο επιχειρηματικός τομέας υποκαθιστά την απουσία επίσημης χρηματοδότησης με μη-επίσημα χρηματοδοτικά μέσα (π.χ. επιταγές). Έτσι, επιβεβαιώνεται και η άποψη του ΔΝΤ ότι οι οικονομίες με χρηματοπιστωτικά συστήματα που στηρίζονται λιγότερο σε δημόσια πληροφόρηση και αγοραίες διαδικασίες (arm's length systems) και περισσότερο στις ενδοεπιχειρηματικές σχέσεις, ενδέχεται να υποστούν λιγότερο αρνητικές συνέπειες. Το αντίθετο ισχύει όταν έχουμε διευρυμένο τραπεζικό τομέα (όπως η Ελλάδα).

  36. Η επιχειρηματικότητα • Από τις 900.633 επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Ελληνική οικονομία, το 74,63% δραστηριοποιείται στον τριτογενή τομέα, το 23,06% στο δευτερογενή τομέα ενώ μόλις το 2,23% στον πρωτογενή τομέα. • Το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων είναι μικρομεσαίες με τη μορφή ΕΠΕ, ΟΕ, ΕΕ και ΑΕ με μικρή κεφαλαιακή επάρκεια. Αυτό οφείλεται: α) στον κατακερματισμό της οικονομικής δραστηριότητας ,και β) στη δομή της οικονομικής διάρθρωσης του παραγωγικού συστήματος. Η απουσία μεγάλων οικονομικών μονάδων, σε αντίθεση με τις χώρες της Ε.Ε., οφείλεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ελληνικής οικονομίας, (π.χ. κατακερματισμός μονάδων, μικρή βιομηχανική παραγωγή, έργα με κύριο μοχλό το Ελληνικό δημόσιο, γραφειοκρατία, κλπ.). • Η ύπαρξη πολλών και εξαιρετικά μικρών επιχειρηματικών μονάδων, πλήττουν την ανταγωνιστικότητα.

  37. Η επιχειρηματικότητα • Οι ρυθμοί ανάπτυξης των Ελληνικών επιχειρήσεων άρχισαν να αυξάνονται από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, ενώ για τις ξένες επιχειρήσεις η ανάπτυξή τους στην Ελλάδα γίνεται εντονότερη μόλις μετά το 1991 (έτος που συμπίπτει με τη καθιέρωση της κοινής Ευρωπαϊκής αγοράς αλλά και με την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος). • Οι ξένες μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις που λειτουργούν σήμερα στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά νέες (μ.ο. ηλικίας γύρω στα 15 χρόνια). • Οι ξένες επιχειρήσεις που εγκαθίστανται στην Ελλάδα, δε μεγεθύνονται μετά την είσοδό τους στη χώρα ενώ δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στον τριτογενή τομέα. Έτσι, δε συμμετέχουν στα δίκτυα μεταφοράς γνώσης και τεχνολογίας και σε πρωτογενείς παραγωγικές δομές.

  38. Η επιχειρηματικότητα

  39. Η επιχειρηματικότητα

  40. Η επιχειρηματικότητα • Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 7η θέση στην Ευρώπη (μεταξύ 22 χωρών) και 11η ανάμεσα στις 23 χώρες υψηλότερου βιοτικού επιπέδου (εισοδήματος). Κυρίως η μείωση του ποσοστού των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων το έτος 2007, είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να υποχωρήσει στην 26η θέση διεθνώς (μεταξύ 42 χωρών). • Έτσι διαφαίνεται η ιδιαίτερη σχέση μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας και της επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων.

  41. Η επιχειρηματικότητα • Οι ιστορικές, πολιτισμικές και θεσμικές παράμετροι των χωρών, επηρεάζουν τη σχέση μεταξύ του επιπέδου οικονομικής ανάπτυξης και της επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων. • Χώρες με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, οι οποίες βρίσκονται σε στάδιο ανάπτυξης, συνήθως πετυχαίνουν υψηλά επίπεδα επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων, κυρίως λόγω του μεγάλου αριθμού μικρών επιχειρήσεων που τις χαρακτηρίζει. • Όμως, η εκβιομηχάνιση και οι οικονομίες κλίμακας, απαιτούν πιο μεγάλες και καθιερωμένες επιχειρηματικές μονάδες, οι οποίες να ανταποκρίνονται στην αυξανόμενη ζήτηση. • Η μείωση της επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων σε χώρες χαμηλού εισοδήματος, μπορεί να αποτελεί ένδειξη ανάπτυξης και μετάβασης σε υψηλότερο βιοτικό επίπεδο.

  42. Η επιχειρηματικότητα • Στην Ελλάδα η επιχειρηματικότητα αρχικών σταδίων προσεγγίζει το κατώτατο σημείο της κυρτής καμπύλης. • Όταν το κατά κεφαλήν προϊόν θα αρχίσει να αυξάνεται τότε θα αναμένουμε και μία πύκνωση της σχετικής επιχειρηματικής πρωτοβουλίας. • Όσο το κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα κυμαίνεται στα παρόντα επίπεδα η γενεσιουργός δύναμη για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων θα παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. • Αποτελεί λοιπόν μία δυσμενή συγκυρία η τρέχουσα οικονομική κρίση και το σημείο εξέλιξης της επιχειρηματικότητας αρχικών σταδίων η οποία επιτείνει (σε σχέση με την ύφεση) την ατονία στην ανάληψη των επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.

  43. 3) Το ερωτηματικό της ανάπτυξης

  44. Το ζήτημα της ανθρώπινης ανάπτυξης • Το επίπεδο διαβίωσης των ανθρώπων αποτελεί μέτρο της πραγματικής επίδοσης μίας οικονομίας. • Με βάση το Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης, η Ελλάδα το 2007 κατείχε την 24η θέση επί συνόλου 177 χωρών. • Οι μετρήσεις απαισιοδοξίας και εμπιστοσύνης προς το μέλλον στην Ελληνική κοινωνία δείχνουν να προσεγγίζουν αρνητικά επίπεδα ρεκόρ, γεγονός που δημιουργεί προβληματισμούς. • Ένας τέτοιος προβληματισμός είναι το «Easterlinparadox», σύμφωνα με το οποίο η κατά κεφαλήν μεγέθυνση του προϊόντος δε συμβαδίζει πάντοτε ή αναλογικά με τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, ενώ η μέση ευτυχία των λαών εμφανίζεται να μην έχει αυξηθεί αξιόλογα τις τελευταίες δεκαετίες. • Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αλλά και ο δείκτης HDI, έχουν δεχτεί κριτική, καθώς υποστηρίζεται ότι δεν είναι σε θέση να λάβουν υπόψη τους τις ποιοτικές διαστάσεις της ζωής. • Προς την κατεύθυνση αυτή έχει αναπτυχθεί μία ερευνητική δραστηριότητα κυρίως σε δύο χώρους (ΟΟΣΑ και Veenhoven).

  45. Το ζήτημα της ανθρώπινης ανάπτυξης • Ο πρώτος χώρος αφορά τον ΟΟΣΑ, που αναπτύσσει τους λεγόμενους «δείκτες κοινωνικής συνοχής», οι οποίοι περιλαμβάνουν αρκετά στοιχεία που αφορούν στην ποιότητα ζωής. • Ο δεύτερος χώρος όπου πραγματοποιείται μελέτη του ίδιου ζητήματος είναι το Erasmus University of Rotterdam, από τον Veenhoven, όπου αναπτύσσεται μία βάση δεδομένων που αφορά στην ανθρώπινη ευτυχία (World Database of Happiness). • Η μέση ευτυχία παρουσιάζει μικρή αύξηση, αλλά σίγουρα έχει αυξηθεί στα πλούσια έθνη και αρκετά στα φτωχότερα για τα οποία διαθέτουμε στοιχεία.

  46. Το ζήτημα της ανθρώπινης ανάπτυξης • Αν και οι δύο πηγές χρησιμοποιούν τα στοιχεία του Gallup World Poll, ωστόσο παρουσιάζουν μια σημαντική διαφορά. • Ο δείκτης του Veenhoven αναφέρεται σε «ευτυχισμένα χρόνια ζωής» και στην “ευτυχία” των χωρών, ενώ ο ΟΟΣΑ σε «ικανοποίηση από τη ζωή», που θα λέγαμε ότι είναι σχετικά διαφορετικές έννοιες, με τη δεύτερη να είναι λιγότερο “φιλόδοξη” από την πρώτη. • Λαμβάνοντας υπ’ όψιν και ότι ο δείκτης HDI μεταβάλλεται θετικά στο ίδιο διάστημα, αποδεχόμαστε ότι η «ικανοποίηση από τη ζωή» έχει αυξηθεί στην Ελληνική κοινωνία, έστω και με μέτριους ρυθμούς, παρ’ όλο που παρατηρήσαμε ότι ο σχετικός δείκτης του ΟΟΣΑ εμφανίζεται να είναι χαμηλότερος από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ.

More Related